20101203

το λευκό...

μικρό κοπάδι
στο χώμα,
και κάποιος από όλους να σπρώχνει
το πλήθος που οπισθοχωρεί,

να ηττηθεί
ανεξαρτήτως χρώματος,

λευκό λοιπόν,
το πλήθος, το μεσημεριανό
και οι τοίχοι...

πώς θα αποκτήσετε το θάνατο...;

ένας βίαιος τερματισμός,
μια μελό επιτυχία σύζευξης,
εμφανές το ταλέντο
στο πάτωμα

πώς θα αποκτήσετε το θάνατο;
κουπόνι παραγγελίας
και δώρο 13 επιλεγμένα διηγήματα,
οδηγοί γαλήνης και συντροφικότητας
μόνο με 5 ευρώ...

το ίδιο συνέβη και σε ένα κόμικ...

ξυπνώ τα νούμερα,
ένα βήμα και απομνημόνευση

το ίδιο συνέβη και σε ένα κόμικ
στο βάθος του διαστήματος,
υπερήρωες σχημάτιζαν το κέντρο
σε περιπέτειες και αποστολές σωτηρίας,
κάθε φορά και άλλη στολή...

τόσο ρηχό...

τροφαντό με κίτρινη αύρα
τόσο ρηχό,
μόλις με 5 ευρώ και 20

προκλητικό καθώς ξεκινά
μικρό,
προς περαιτέρω ενημέρωση του αναγνώστη

δύο πεζά
και ένα χορταστικό βήμα προς την είσοδο
και η κυτταρίτιδα ως εδώ,
για να τραβά την προσοχή...

μενομένες οι θύελλες...

ανέκτησαν τη γη
και ανέβηκαν,
χειρονομίες τυφλού,
δεν πυροβολεί,

μενομένες οι θύελλες,
πέτα κατά κυριολεξία

να πάρουν τον εαυτό τους,
σε μια εκδοχή
και μια κηλίδα.
το άχρονο σε φυσική μορφή,
στο θάνατο κατάματα
να χτίζει καταυλισμούς...

την υπέρβαση κοιτώ...

ευφυής,
νωχελική
του ταξιδιού και του σχεδίου,

την υπέρβαση κοιτώ,
κραυγές βελούδινες
τύπου πρωτόγονου...

βλαστήμησε και κόπασε...

βλαστήμησε και κόπασε
στην πραγματικότητα,
προς το μέρος της περιπλάνησης

μεταμορφώνεται σε κίνδυνο
έκτοτε,
και ένα δεύτερο και τρίτο
που δε γνώρισε ποτέ,

νέος σχηματισμός,
γκρίζα έλλειψή
του πρώτου μέρους...

να πειθαρχώ, να επιβληθώ...

άλλα τα σχέδια
η απήχηση και η απόφαση,
να συνεχίσει μόνος.

ακριβώς το ζήτημα,
με την ίδια σειρά
του χαρακτήρα του να γίνεται ψίθυρος,
κορύφωση του δόγματος
ως τον εξαγνισμό,

να πειθαρχώ, να επιβληθώ...

βλάβες και αμηχανία...

δημιουργός του οίκου
ένα player προσωπικό,
και η γούρνα της πλατείας εκεί

βλάβες και αμηχανία
λυρικό το ταξίδι,
και η κυκλοφορία της ενοχής

σε ερωτικό πλαίσιο,
υπό το βάρος της συντριβής...

τυπωμένος σε ροζ χαρτί...

τυπωμένος σε ροζ χαρτί
υβρίδιο ισορροπίας,

του πολέμου η χάρη
εκλεπτισμός και τόλμη,
αυτοκρατορία της παράδοσης που γεννά
ομόκεντρους οδηγόυς με εμμονες
και καλλιτεχνικές αναφορές.

χωρίς σκιές...

φωτισμός σαν έκπληξη
χωρίς σκιές,
ήχοι κρυστάλλινοι
μνήμη κινησιολογική,
ακόμη το αναζητούμε αγαπητέ δημιουργέ...

αντίο καρτούν
της αυτοκρατορίας,
του κυρίου

ώ κύριε,
θέμα ασήμαντο
μια άλλη παρεξήγηση...

συνοικέσια του ήρωα...

συνοικέσια του ήρωα,
αδηφάγος ποίηση
σε ισορροπία με τα αεροπλάνα,
στον αέρα
με paparazzi,

πέθανε
και η κουλτούρα του,
ασήμι και φασίστες...

δε γνώριζε όρια...

αποφάσισε τούτο
στην περιπέτεια του εκείνη,
τροφή και μετακίνηση
του θύμιζε αυτές,

αυτή των κυμάτων
δε γνώριζε όρια...

ταβάνι του μικρού...

ταβάνι του μικρού
το μυαλό μου,
του βοηθού εικόνα

η πόρτα ανοίγει,
υποθέτω πως
πρέπει να δω...

και πάλι τοίχος
δόντια στην κίνηση,
και οι σύμμαχοι
εκεί στη θύμηση...

το μαύρο...

μ' αρέσει περισσότερο
το μαύρο,
τριγυρίζει επιλεκτικά
όπως μου είχε υποσχεθεί,

μια άλλη ιστορία συνειδητού,
ως αληθινός κίτρινος πυρετός
και παραισθησιογόνες σελίδες
λίγο πριν...

μισή οκά τροχιά...

υπόσχομαι γλώσσες
και δρασκελίσματα,
στη σειρά, μισή οκά τροχιά
ερωτικό και ελεύθερο,

άνευ ανάγνωσης,
δεν έχει τελειωμό
μα φούσκωσε στα μάτια...

μέρος δεύτερο και τελευταίο...

μέρος δεύτερο και
τελευταίο,
το γλείφουν πολλοί,
γεννούν ξαφνικά
ολογραφίες και διαφημίσεις,

μια άγνωστη γυναίκα
και ο σερβιτόρος σε μια
παράλογη γωνία...

το πότο της...

το πότο της
όλοι για να το πάρουνε,
το σκέφτηκες και εσύ,
θα την είχες γλιτώσει,

υψώθηκε λίγος καπνός,
ένας σπόρος για τις υπηρεσίες μου
και φώναξε
να υποσκάπτει...

περισσότερα τρόφιμα...

περισσότερα τρόφιμα
έλλειψη στο τίποτα,
σε ύπνο
ενάντια στην τύφλα
και στα θεμέλια,

δε νιώθεις την ανάγκη
και εσύ,
η παρθένα κλείνει...

το τέλος μακραίνει κάποτε...

το τέλος μακραίνει κάποτε
το χώμα,

δε το πιστεύουν πια
δίχως ντροπή και τσίπα,
ανόμοιες απαντήσεις
παραδίδουν στην άβυσσο
τα έργα τους...

τα ζεστά βράδια καθόμουν...

τα ζεστά βράδια καθόμουν
σε γενικές γραμμές,
όρθιες,
γέμιζαν με έναν κυκλωτικό ήχο
που σε κοίτα σε βάθος,
διάφανο στέρνο μπροστά
στην όχθη,

και τα νερά να δεις σε βάθος,
μια κοκκινότροπη απόχρωση
να χύνει αντίθετα,
ίσα...

πήρα στα χέρια μου...

πήρα στα χέρια μου
τη βλάστηση θρηνούσα,
τα μάτια σου και τη φιλία,

κρεατούργησε την πληγή
τη λάμψη στο ξένο,
και το αγοραίο, το κοινότυπο,
και το συνολικό τόνο....